Ψαλμός 72, 3-19

ὅτι ἐζήλωσα ἐπὶ τοῖς ἀνόμοις εἰρήνην ἁμαρτωλῶν θεωρῶν,

ὅτι οὐκ ἔστιν ἀνάνευσις ἐν τῷ θανάτῳ αὐτῶν καὶ στερέωμα ἐν τῇ μάστιγι αὐτῶν·

ἐν κόποις ἀνθρώπων οὐκ εἰσὶ καὶ μετὰ ἀνθρώπων οὐ μαστιγωθήσονται.

διὰ τοῦτο ἐκράτησεν αὐτοὺς ἡ ὑπερηφανία αὐτῶν, περιεβάλοντο ἀδικίαν καὶ ἀσέβειαν ἑαυτῶν.

ἐξελεύσεται ὡς ἐκ στέατος ἡ ἀδικία αὐτῶν, διῆλθον εἰς διάθεσιν καρδίας·

διενοήθησαν καὶ ἐλάλησαν ἐν πονηρίᾳ, ἀδικίαν εἰς τὸ ὕψος ἐλάλησαν·

ἔθεντο εἰς οὐρανὸν τὸ στόμα αὐτῶν, καὶ ἡ γλῶσσα αὐτῶν διῆλθεν ἐπὶ τῆς γῆς.

διὰ τοῦτο ἐπιστρέψει ὁ λαός μου ἐνταῦθα, καὶ ἡμέραι πλήρεις εὑρεθήσονται ἐν αὐτοῖς.

καὶ εἶπαν· πῶς ἔγνω ὁ Θεός; καὶ εἰ ἔστι γνῶσις ἐν τῷ Ὑψίστῳ;

ἰδοὺ οὗτοι οἱ ἁμαρτωλοὶ καὶ εὐθηνοῦντες· εἰς τὸν αἰῶνα κατέσχον πλούτου.

καὶ εἶπα· ἄρα ματαίως ἐδικαίωσα τὴν καρδίαν μου καὶ ἐνιψάμην ἐν ἀθῴοις τὰς χεῖράς μου·

καὶ ἐγενόμην μεμαστιγωμένος ὅλην τὴν ἡμέραν, καὶ ὁ ἔλεγχός μου εἰς τὰς πρωΐας.

εἰ ἔλεγον· διηγήσομαι οὕτως, ἰδοὺ τῇ γενεᾷ τῶν υἱῶν σου ἠσυνθέτηκα.

καὶ ὑπέλαβον τοῦ γνῶναι τοῦτο· κόπος ἐστὶν ἐνώπιόν μου,

ἕως εἰσέλθω εἰς τὸ ἁγιαστήριον τοῦ Θεοῦ καὶ συνῶ εἰς τὰ ἔσχατα αὐτῶν.

πλὴν διὰ τὰς δολιότητας αὐτῶν ἔθου αὐτοῖς κακά, κατέβαλες αὐτοὺς ἐν τῷ ἐπαρθῆναι.

πῶς ἐγένοντο εἰς ἐρήμωσιν ἐξάπινα· ἐξέλιπον, ἀπώλοντο διὰ τὴν ἀνομίαν αὐτῶν.

.


Καταλείφθηκα από ζήλια επειδή έβλεπα την ευημερία των αμαρτωλών και των ασεβών,

διότι έβλεπα ότι δεν υπάρχει κακοπάθεια κατά τον θάνατό τους και δε διαρκούν πολύ οι δοκιμασίες τους.

Δεν κοπιάζουν για τον πορισμό των αναγκαίων και δεν ταλαιπωρούνται όπως οι άλλοι.

Γι’ αυτό τους κατέλαβε η έπαρση, και φόρεσαν την αδικία και την ασέβεια.

Η αδικία τους θα εξέλθει σαν το λίπος, γιατί εισήλθε στη διάθεση της καρδιάς τους.

Σκέφθηκαν και μίλησαν πονηρά, διαλαλούν μεγαλοφώνως τις αδικίες τους.

Ως και τους ουρανούς έπιασαν στο στόμα τους, και η γλώσσα τους τη γη σαρώνει.

Για αυτό ο λαός επιστρέφει προς αυτούς, και ημέρες ευτυχίας φαντάζεται ότι θα ανατείλουν μεταξύ αυτών.

Και είπαν πολλοί σκανδαλισμένοι από την ευδαιμονία των ασεβών. Άραγε λαμβάνει γνώση ο Θεός όσων συμβαίνουν; Και υπάρχει γνώση αυτών στον Ύψιστο;

Ιδού, ότι αυτοί είναι αμαρτωλοί και όμως ευτυχούν. Απέκτησαν πλούτο, ο οποίος συνεχώς και αυξάνει.

Είπα και εγώ παρασυρθείς προς στιγμή. Άραγε ματαίως διατήρησα καθαρή την καρδία μου και έχω νίψει τα χέρια μου ως αθώος μεταξύ των αθώων.

Υφίσταμαι τις μαστιγώσεις όλη την ημέρα, και κάθε πρωί εξετάζω και ελέγχω τον εαυτόν μου.

Εάν έλεγα, ότι θα διηγηθώ αυτούς τους δισταγμούς μου, τότε θα πρόδιδα τη γενεά των υιών σου.

Νόμισα ότι έπρεπε να μελετήσω, δια να κατανοήσω το ζήτημα. Η μελέτη όμως υπήρξε κόπος μάταιος.

Μέχρις ότου εισήλθα στον άγιο ναό του Θεού και εκεί εννόησα το τέλος τους.

Για τις δολιότητές τους επεφύλαξες συμφορές, τους συνέτριψες την έπαρση.
Πώς ξαφνικά κατέληξαν να ερημωθούν; Εξαφανίσθηκαν, χάθηκαν εξ αιτίας της παρανομίας τους.

Ψαλμός 72, 3-19

Pin It on Pinterest