Πόσο «απέχει» η Λευκάδα από το Καστελόριζο;

Οι περιβαλλοντικοί όροι που αφορούν τις παραχωρήσεις έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων στις περιοχές του Ιονίου πελάγους, της δυτικής Ελλάδας και νοτιοδυτικά της Κρήτης δεν έχουν αποσαφηνιστεί. Δεν έχει γίνει μία λεπτομερής ενημέρωση για την αξιοπιστία του θεσμικού πλαισίου στο οποίο έχουν βασιστεί. Όπως του νορβηγικού ή έστω εκείνου που διέπει την εκμετάλλευση του κοιτάσματος του Πρίνου, βόρεια της Θάσου, από το οποίο αντλείται πετρέλαιο εδώ και 45 χρόνια, χωρίς να έχει παρουσιαστεί περιβαλλοντικό ζήτημα. Ούτε οι οικονομικοί όροι παραχώρησης έχουν διευκρινιστεί. Πώς δηλαδή, θα υπολογίζονται τα έσοδα του ελληνικού δημοσίου, ποιοι θα τα διαχειρίζονται, πού θα κατευθύνονται. Παράδειγμα αντίστοιχων αξιοπρεπών όρων, αλλά και αξιόλογης οικονομικής διαχείρισης αποτελεί και πάλι η Νορβηγία.
Επιπλέον, δεν έχει γνωστοποιηθεί αν έχουν ερευνηθεί οι εν γένει επιπτώσεις από τη θέαση ενός ή περισσότερων γεωτρύπανων τόσο από τους κατοίκους, όσο και από τους επισκέπτες-τουρίστες της Κεφαλονιάς, της Κέρκυρας, της Ιθάκης, της Λευκάδας, του Κατάκολου, της Κρήτης και των άλλων νησιών και περιοχών της δυτικής Ελλάδας, καθώς και αργότερα του Αιγαίου. Επίσης, αν και κατά πόσο θα επηρεαστεί ο θαλάσσιος τουρισμός της χώρας μας (κρουαζιέρα, θαλαμηγοί, ιστιοπλοϊκά) από τυχόν διασκορπισμένα γεωτρύπανα ανά το Ιόνιο, την Κρήτη και έπειτα ανά το Αιγαίο. Εξίσου σημαντικό στοιχείο αποτελεί το πώς θα επηρεαστεί και ο τομέας της αλιείας μας.
Εκτός λοιπόν, από τη θέσπιση του περιβαλλοντικού πλαισίου, θα ήταν συνετό να πραγματοποιηθεί μία μελέτη που να σκοπεύει στον καθορισμό κριτηρίων, τα οποία θα ορίζουν το πλήθος των γεωτρήσεων, την απόσταση από τα νησιά και την ηπειρωτική χώρα, καθώς και τις τοποθεσίες τους.
Στην απευκταία δε περίπτωση της έντεχνα πιθανολογούμενης σημαντικά μειωμένης επήρειας ή και απώλειας της ΑΟΖ ελληνικών νησιών του ανατολικού και του νοτιοανατολικού Αιγαίου, τα νησιά και ο περιβάλλοντας θαλάσσιος χώρος τους θα καταστούν έρμαιο στις τουρκικές διαθέσεις τήρησης ασφαλών περιβαλλοντικών μέτρων προστασίας κατά την διάρκεια λειτουργίας πλωτών γεωτρύπανων. Επιπλέον, οι Τούρκοι θα έχουν το δικαίωμα να εκμεταλλευτούν τον αλιευτικό πλούτο, αλλά και το αιολικό δυναμικό. Ακόμα κι αν συμφωνηθούν περιοριστικοί όροι και ρήτρες, οι Τούρκοι έχουν αποδειχθεί όχι μόνο αναξιόπιστοι, αλλά στυγνοί και αδίστακτοι. Κατά συνέπεια, ο κίνδυνος της τουριστικής, της αλιευτικής, αλλά και της βιοτικής απαξίωσης των νησιών του Αιγαίου θα έχει ξεφύγει από τον έλεγχο της Ελλάδας και θα βρίσκεται στα χέρια της Τουρκίας. Τα ίδια ισχύουν και στην επίσης έντεχνα προβαλλόμενη λύση της συνεκμετάλλευσης.
Επομένως, οποιεσδήποτε ενέργειες σχετικά με τον καθορισμό των ΑΟΖ μέσω διμερών διαπραγματεύσεων ή μέσω ενός διεθνούς δικαστηρίου, οφείλουν να είναι εξαιρετικά προσεκτικές. Οι δε διπλωματικές και νομικές κινήσεις να είναι κατάλληλα προετοιμασμένες, ώστε να αποτραπεί το ενδεχόμενο ενός μη ελεγχόμενου καθεστώτος στο Αιγαίο. Ειδικά για την περίπτωση της δικαστικής οδού θα πρέπει να εξεταστεί εάν και σε ποιες περιπτώσεις μας συμφέρει η επιλογή του Διεθνούς Δικαστηρίου του Αμβούργου, αντί της Χάγης.
Τελευταία, κάποιοι «ρεαλιστές» πολιτικοί, αναλυτές και δημοσιογράφοι αλαλάζουν συγχρονισμένα ότι πρέπει να τα βρούμε όπως όπως με την Τουρκία. Δηλώνουν ότι για να επέλθει συμφωνία χρειάζεται να υποχωρήσουμε από «μαξιμαλιστικές» θέσεις, οι οποίες όμως, συνάδουν με τη Σύμβαση του ΟΗΕ για το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας. Όσα δηλαδή, ορίζει το διεθνές δίκαιο τα χαρακτηρίζουν μαξιμαλιστικά! Υποστηρίζουν πως δεν υπάρχει άλλος δρόμος και προβάλουν ως απόδειξη την ιταλική συμφωνία, στην οποία μόνο εμείς υποχωρήσαμε.
Οι Αιγύπτιοι φαίνεται πως εκφράζουν ενστάσεις για την επήρεια της ΑΟΖ των νησιών μας. Οι Αλβανοί το ίδιο. Οι Τούρκοι με τη σειρά τους έχουν ξεφύγει. Ζητάνε το μισό Αιγαίο και τη μισή ανατολική Μεσόγειο. Γράφουν στα παλιά τους τα παπούτσια το διεθνές δίκαιο και υιοθετούν το δίκαιο του νταβατζή. Παρ’ όλα αυτά, κατά την γνώμη των εν Ελλάδι «ρεαλιστών» οι θέσεις των γειτόνων μας δεν είναι μαξιμαλιστικές. Προβάλλουν μάλιστα ως επιτυχία τυχόν μερική υποχώρηση των Τούρκων από κάποιες τραμπούκικες διεκδικήσεις τους. Είναι δε άξιο απορίας πώς γίνεται λόγος για διάλογο και συνεργασία με ένα κράτος που αγνοεί διαχρονικά και ασταμάτητα το διεθνές δίκαιο, που εισβάλει όπου γουστάρει και όποτε γουστάρει, που σκοτώνει αθώο πληθυσμό, που στέλνει κατά παράβαση των αποφάσεων του ΟΗΕ στρατεύματα και πολεμικό υλικό σε όποια χώρα του καπνίσει, που φυλακίζει ή διώκει όποιον τολμήσει να εκφράσει αντίθετη άποψη, που αναιρεί οποιαδήποτε συμφωνία έχει συνάψει με γελοίες έως προκλητικές δικαιολογίες. Που δεν έχει ίχνος μπέσας.
Η ανυπαρξία της ελληνικής διπλωματίας και η έλλειψη κορασόν κρύβονται διαχρονικά πίσω από τη φανταχτερή φούστα του επιχειρήματος «μα τι θέλετε, πόλεμο;» Η Ελλάδα εκβιάζεται επαίσχυντα και παρουσιάζεται ως κατόρθωμα αν βιαστεί κάπως λιγότερο. Ο μόνος τρόπος να διασφαλίσουμε την ειρήνη είναι η «ολίγη» εκπόρνευσή μας.
Εδώ και αρκετά χρόνια οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν έχουν το θάρρος να καταθέσουν τις συντεταγμένες της ελληνικής ΑΟΖ στον ΟΗΕ, αφού πρώτα κλείσουν τους κόλπους, χρησιμοποιώντας τους ως γραμμές βάσης. Επίσης, φοβούνται να δηλώσουν την πρόθεση επέκτασης των χωρικών μας υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια, τελεσίδικα σε συγκεκριμένη μελλοντική ημερομηνία, ενώ εδώ και χρόνια 148 παράκτιες χώρες έχουν ήδη κάνει εφαρμογή αυτού του δικαιώματος. Οι ενέργειες αυτές θα μπορούσαν να συνοδεύονται από τα απαραίτητα νομικά επιχειρήματα και τις ανάλογες μελέτες που αποδεικνύουν ότι κουμπώνουν με τη Σύμβαση του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας του ΟΗΕ. Ταυτόχρονα, θα ήταν διπλωματικά απαραίτητο να κληθούν όλες οι γειτονικές χώρες να καταθέσουν τυχόν διαφωνίες τους στον ΟΗΕ και να αποδεχτούν την προσφυγή τυχόν ανεπίλυτων διμερών διαφορών σε Διεθνές Δικαστήριο.
Σε περίπτωση που καμία χώρα δεν ανταποκρινόταν σε ένα τέτοιο ανοιχτό κάλεσμα, θα μπορούσε τότε να διατυπωθεί μία σκόπιμη διαφωνία μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου για την οριοθέτηση της ΑΟΖ και να προσφύγουν στο Διεθνές Δικαστήριο του Αμβούργου. Με τον τρόπο αυτό α) θα εκδιδόταν μία διεθνώς αποδεκτή νομική απόφαση για την ΑΟΖ των ελληνικών νησιών, β) θα γεννιόταν δεδικασμένο διευθέτησης μέσω του συγκεκριμένου Διεθνούς Δικαστηρίου, στο οποίο δεν μπορούν να τεθούν ζητήματα πέραν του θαλασσίου δικαίου, γ) η Αίγυπτος και η Λιβύη θα έβαζαν στο ζύγι αν θα τις συνέφερε να παραμείνουν θεατές μίας νομικής εκδίκασης το αποτέλεσμα της οποίας πιθανότατα θα έφερνε σε θέση ισχύος την Ελλάδα, δ) θα προέκυπτε νομική γνωμάτευση από το πιο αρμόδιο διεθνή οργανισμό, κάτι το οποίο θα ακύρωνε κάθε αυθαίρετη διμερή πολιτική συμφωνία, τύπου Τουρκίας-Λιβύης.
Το δε γεγονός ότι τυχόν επιτυχείς θαλάσσιες γεωτρήσεις θα είναι παραγωγικές μετά από αρκετά χρόνια, αποτελεί άλλο ένα κρίσιμο στοιχείο. Διότι δεν φαίνεται να έχει μελετηθεί ποιες θα είναι οι μελλοντικές ενεργειακές ανάγκες της πατρίδας μας τη στιγμή που:
α) η εξέλιξη της τεχνολογίας των μπαταριών είναι ταχύτατη με συνέπεια τη συνεχή μείωση της χρήσης υγρών καυσίμων στα μέσα μεταφοράς,
β) η σχέση κόστους και απόδοσης των φωτοβολταϊκών και των ανεμογεννητριών βελτιώνεται σημαντικά κάθε χρόνο,
γ) το αιολικό, το ηλιακό, το υδροδυναμικό και το γεωθερμικό δυναμικό της πατρίδας μας είναι αρκετά πλούσιο και σε μεγάλο βαθμό, περιέργως, αναξιοποίητο.
Σημαντικό οδηγό θα αποτελούσε μία έρευνα-εκτίμηση σχετικά με τον βαθμό που θα μπορούν να καλύπτονται οι ενεργειακές μας ανάγκες από τη χρήση των ΑΠΕ έπειτα από περίπου δέκα έτη, σε συνδυασμό με τη δυνατότητα προσωρινής αποθήκευσης της κατά διαστήματα περισσευούμενης παραγόμενης ενέργειας. Ώστε να είναι απολήψιμη όταν θα προκύπτει μειωμένη παραγωγή από τις ΑΠΕ. Η δε καύση φυσικού αερίου να συμβάλει επικουρικά, αξιοποιώντας λελογισμένα τα πλούσια κοιτάσματα που φαίνεται πως υπάρχουν νότια της Κρήτης. Για τη διακράτηση της ισορροπίας του ενεργειακού συστήματος της χώρας θα πρέπει να εξεταστεί η συνέχιση της καύσης εγχώριων λιγνιτών. Με προϋπόθεση την εφαρμογή τεχνικών CCS/CCU, που υποστηρίζεται ότι δύνανται να μειώσουν τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις κατά την καύση του λιγνίτη (1). Οι δε ανάγκες μας σε υγρά καύσιμα (πετρέλαιο και βενζίνη) πιθανόν να μπορούν να καλυφθούν από μία προσεκτική αξιοποίηση των κοιτασμάτων στο Ιόνιο και στη δυτική Ελλάδα.
H προστασία του περιβάλλοντος, η βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των Ελλήνων, η επίτευξη όσο το δυνατόν μεγαλύτερης ενεργειακής αυτονόμησης, άρα και μείωσης της τραγικά μεγάλης εξωτερικής εξάρτησης της πατρίδας μας (2), η μείωση του υψηλού κόστους παραγωγής ενέργειας (2), η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μας, η ανεπηρέαστη λειτουργία του τουρισμού και της αλιείας, καθώς και η μείωση του πολύπαθου ελλειμματικού ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, δηλαδή της εκροής εθνικού εισοδήματος και επομένως του εξωτερικού δανεισμού μας, θα πρέπει να αποτελούν τους κύριους στόχους όταν εξετάζεται το θέμα της έρευνας και της εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων. Το πώς θα αξιοποιηθούν τα τυχόν κοιτάσματα είναι πιο σημαντικό από το αν θα αξιοποιηθούν.
Αλλά μέρα με τη μέρα η θαλάσσια έκταση φαντάζει όλο και λιγότερης αξίας σε ορισμένα μυαλά. Όμως, η στεριά είναι συνέχεια της θάλασσας και η θάλασσα είναι συνέχεια της στεριάς. Αλληλοεπηρεάζονται και αλληλοσυνδέονται. Συνεπώς, η παραχώρηση ενός θαλάσσιου τμήματος δεν είναι αμελητέα πράξη. Αν η περιβάλλουσα θαλάσσια έκταση ενός ελληνικού νησιού παραδοθεί για εκμετάλλευση στην Τουρκία, αυτόματα το νησί καθίσταται υπό τουρκική πολιορκία. Με την πάροδο του χρόνου θα απομονωθεί από την ελληνική επικράτεια και θα καλλιεργηθεί η εντύπωση ότι δεν ανήκει στην Ελλάδα. Η γεωγραφική σμίκρυνση της Ελλάδας θα έχει ξεκινήσει. Η τουρκική γαλάζια πατρίδα θα πάρει σάρκα και οστά. Η Κερκόπορτα του Αιγαίου θα έχει ανοίξει, συμπαρασύροντας και την Κύπρο.
Δυστυχώς, το ηθικό του Έλληνα έπειτα από τον πολυετή αξιακό, ψυχολογικό και οικονομικό «πόλεμο» που έχει δεχθεί, βρίσκεται στα τάρταρα. Ακόμα και αν κάποια στελέχη του κυβερνώντος κόμματος ή των υπόλοιπων πολιτικών κομμάτων προτάσσουν πατριωτικές ιδέες, κατά βάθος νιώθουν ανίσχυροι. Με κρύα καρδιά υπερασπίζονται το πνεύμα της ιταλικής συμφωνίας ή σιωπούν. Νιώθουν μία επαπειλούμενη μοναξιά και δεν αποχωρούν από τους πολιτικούς φορείς που κραυγάζουν να τα βρούμε. Δίνοντας σήμερα «λίγη» θάλασσα, χτες «λίγη» ιστορία και ας ευχηθούμε όχι «λίγα» νησιά αύριο.
Αλήθεια, τι απόηχο θα προκαλούσε μία κοφτή, λεβέντικη δήλωση του πρωθυπουργού μας, ότι σε περίπτωση που θιχτεί κυριαρχικό μας δικαίωμα θα αποπλεύσει αμέσως για το χώρο της παραβίασης και δεν θα αποχωρήσει όχι μόνο εάν δεν τερματιστεί η παράνομη ενέργεια, αλλά και εάν δεν αποδεχτεί η Τουρκία την επέκταση των θαλασσίων συνόρων καθώς και τη διευθέτηση της ΑΟΖ στο Διεθνές Δικαστήριο του Αμβούργου. Υπάρχει όμως, ηγέτης ικανός να αφυπνίσει το καταρρακωμένο φρόνημα του Έλληνα; Υπάρχει ένας Τάσσος Παπαδόπουλος; Ή θα πάμε για κοκούνινγκ;
Μπροστά στο ενδεχόμενο μιας ατιμωτικής εθνικής ήττας, η ελληνική κοινωνία κρατά το στόμα της κλειστό. Δεν υψώνονται φωνές ότι το Αιγαίο είναι μία ιδιαίτερη περίπτωση συμπαγούς συμπλέγματος κατοικημένων νησιών σε συνέχεια της ηπειρωτικής χώρας. Ότι η θαλάσσια έκταση εντός της αιγιαλίτιδας ζώνης των 6 ναυτικών μιλίων σήμερα ή των 12 ναυτικών μιλίων αύριο είναι επικράτεια του κράτους μας, όπως ακριβώς δηλαδή είναι και το έδαφος. Ότι οι νησιωτικές ακτογραμμές δεν είναι μικρότερης σημασίας από τις αντίστοιχες ηπειρωτικές. Πως ο νησιωτικός πληθυσμός δεν είναι υποδεέστερος του στεριανού. Αυτό άλλωστε, είναι και το πνεύμα του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας που προβλέπει τα ίδια δικαιώματα για τα νησιά που μπορούν να συντηρήσουν ζωή σε σχέση με τις ηπειρωτικές περιοχές.
Ηχεί παράξενα ο επικαλούμενος ισχυρισμός πως το νησιωτικό σύμπλεγμα του Καστελόριζου βρίσκεται μακριά από τα Δωδεκάνησα και από το Αιγαίο. Οι ίδιοι κύκλοι κατά διαστήματα αυξομειώνουν και την «απόσταση» με την Κύπρο. Με την ιταλική συμφωνία φάνηκε πως και τα νησιωτικά συμπλέγματα των Διαπόντιων νήσων βόρεια της Κέρκυρας και των Στροφάδων νότια της Ζακύνθου, τελικά απέχουν «κάπως» από το Ιόνιο. Όσο για το παρουσιαζόμενο ως αντάλλαγμα-«κέρδος» θαλάσσιας ζώνης στο ύψος της Κεφαλονιάς, εκφράζεται ο αντίλογος πως ο απέναντι ιταλικός κόλπος έχει κλειστεί με μεγαλύτερο όριο από εκείνο που η Σύμβαση για το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας ορίζει, κάτι που, εφόσον αληθεύει, σημαίνει ότι οι Ιταλοί πήραν παραπάνω εύρος θαλάσσιας ζώνης. Επίσης, δεν γίνεται λόγος για το κλείσιμο των ιταλικών κόλπων που ορθά έπραξαν οι γείτονες και τους χρησιμοποίησαν ως γραμμές βάσης κερδίζοντας παντού εύρος θαλασσίων ζωνών. Ενώ εμείς δεν το κάναμε, χάνοντας όχι μόνο ΑΟΖ, αλλά και αιγιαλίτιδα ζώνη, καθώς απωλέσαμε το δικαίωμα να τα επεκτείνουμε με τον τρόπο και στο βαθμό που η Συνθήκη του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας προσφέρει ως δικαίωμα. Με απλά λόγια, χάσαμε επικράτεια.
Οι έχοντες μινιμαλιστική νοοτροπία ανήκουν σε μία ελίτ που κοιτάζει αφ’ υψηλού τον Έλληνα πολίτη. Που ατενίζει εκ του μακρόθεν όχι μόνο τα νησιά, αλλά και την ελληνική ηπειρωτική επαρχία. Που συνέβαλε στη χρεοκοπία του ελληνικού κράτους και παράλληλα θεωρούν ότι ο Έλληνας πολίτης δεν πρέπει να εκφέρει γνώμη, παρά μόνο οι ίδιοι και ο περίγυρός τους.
Δυστυχώς, αυτή η νοοτροπία διαχέεται με έντεχνο τρόπο και στις κατά τόπους περιοχές της Ελλάδας. Η εκάστοτε επαρχιακή ή νησιωτική πρωτεύουσα απομακρύνεται από τις γύρω περιοχές και τα χωριά. Διαμορφώνονται τοπικές ελίτ που αντιμετωπίζουν επιφανειακά τα τοπικά ζητήματα. Που θυμούνται τους δημότες πριν από τις εκάστοτε εκλογές. Που προβάλλουν ως προσόν τυχόν επαφή με κάποια κομματική Αθηνοκεντρική κάστα.
Αλήθεια, πόσο «απέχει» τελικά το Καστελόριζο ή οι Οθωνοί από τη Γαύδο, από τη Θράκη, από τη Σάμο, από τη Λευκάδα; Από τις απλές συνοικίες της Αθήνας; Από κάθε σημείο της Ελλάδας; Από κάθε Ελληνίδα και Έλληνα;
Το υπάρχον ελιτίστικο πολιτικό κατεστημένο θα μπορούσε να αλλάξει εάν ακυρωνόταν η υποχρεωτική είσοδος των υποψήφιων βουλευτών στα ψηφοδέλτια των πολιτικών κομμάτων. Κάτι που υπάρχει εδώ και δεκαετίες στην Ελβετία. Η δυνατότητα δηλαδή, να εκλέγονται ανεξάρτητοι και ακομμάτιστοι τοπικοί αντιπρόσωποι-βουλευτές.

Μαργέλης Κωνσταντίνος
Άγιος Πέτρος Λευκάδας, 18 Ιουλίου 2020

Σημειώσεις:
(1) «Ενώ οι περισσότεροι διεθνείς οργανισμοί και think tanks αναγνωρίζουν πλέον ότι τα συστήματα παγίδευσης και ενταφιασμού CO2, γνωστά και ως CCS, θα αποτελέσουν από το εξής βασική τεχνολογία για τον περιορισμό των εκπομπών, στο τμήμα της έκθεσης που αναφέρεται στην απολιγνιτοποίηση ουδεμία αναφορά γίνεται στο θέμα αυτό. Πρόταση: Ο στόχος για πλήρη απολιγνιτοποίηση θα πρέπει να συνοδεύεται με εμπεριστατωμένες έρευνες και λεπτομερή μελέτη για την αξιοποίηση συστημάτων CCS/CCU στις λιγνιτοπαραγωγικές περιοχές, με εξέταση δυνατότητας εφαρμογής σε συγκεκριμένες μονάδες της ΔΕΗ, έτσι ώστε η χώρα να μην αποξενωθεί τελείως από ένα στρατηγικό καύσιμο που είναι ο λιγνίτης.» (Απόσπασμα από τα σχόλια του ΙΕΝΕ -Ινστιτούτου Ενέργειας Νοτιανατολικής Ευρώπης- κατά τη δημόσια διαβούλευση του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας για το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα: https://www.energia.gr/article/162388/to-iene-symmeteihe-energa-me-sholia-sth-dhmosia-diavoyleysh-gia-to-ethniko-shedio-gia-thn-energeia-kai-to-klima-).
(2) α. «Σύμφωνα με έκθεση του Ινστιτούτου Ενέργειας Νοτιοανατολικής Ευρώπης (ΙΕΝΕ) για την περίοδο 30.3 έως 5.4.2020, οι τιμές χονδρικής για την ηλεκτρική ενέργεια διαμορφώθηκαν σε περίπου 20 ευρώ / MWh για τις περισσότερες δυτικοευρωπαϊκές χώρες, 26 ευρώ / MWh για τις πρώην ανατολικοευρωπαϊκές και 34 ευρώ / MWh για την Ελλάδα! Σκεφτείτε, οι Γερμανοί βιομήχανοι ξεκινούν με χονδρική τιμή 19,59 ευρώ / MWh, οι Ελβετοί με 20,07 ευρώ / MWh και οι Έλληνες με 34,13 ευρώ / MWh!»: https://www.iene.gr/page.asp?pid=5182&lng=1
β. «Η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας καλύφθηκε κατά 30% από εισαγόμενο φυσικό αέριο, 29% από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ), 29% από καθαρές εισαγωγές (!!!), 9% από λιγνίτη και μόλις κατά 3% από υδροηλεκτρικά έργα. Πέρα από το εξοντωτικό κόστος, αναλογισθείτε τις συνέπειες για την ασφάλεια της χώρας. 30% από εισαγόμενο φυσικό αέριο και 29% από εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας. Οι μόνοι ευχαριστημένοι φαντάζομαι ότι είναι οι εισαγωγείς, που μάλλον θησαυρίζουν.»: https://www.iene.gr/page.asp?pid=5182&lng=1

Δημοσίευση Lefkadatoday.gr – Mylefkada.gr

Pin It on Pinterest