Κοντοστάθηκα
σ’ ένα μονοπάτι μιας πλαγιάς
για ν’ αγναντέψω τη θάλασσα
που νυμφευόταν
στο βάθος του ορίζοντα
το γαλάζιο τ’ ουρανού.
Κουμπάρος ήταν το ηλιοβασίλεμα
και στέφανα οι αχτίδες
του άρχοντα της μέρας.
Παρανυφάκια παρευρίσκονταν
το χώμα, τα δέντρα, τα βουνά
και το άρωμα που χάριζαν
στο πελαγοερχόμενο αεράκι.
Η πρότερη καλοκαιρινή μπόρα
είχε αναζωογονήσει ολάκερη τη φύση.
Πήρα μια βαθιά εισπνοή
κι όταν αναγκάστηκα να την αποχωριστώ
έλαβα αμέσως μία δεύτερη.
Έτσι φούσκωναν και ξεφούσκωναν
τα πνευμόνια μου
με καθαρό, μυρωδάτο αέρα.
Μα, έπειτα από λίγο
είχε φουσκώσει και καιγόταν
όλο μου το κορμί.
Η εστία της φωτιάς κρυβόταν
βαθιά μέσα στο στήθος μου.
Ένα κερί είχε καρφωθεί
στη σάρκα της ψυχής μου
και η φλόγα του ακόμα σιγοκαίει…
Μαργέλης Κωνσταντίνος
Άγιος Πέτρος, Λευκάδας, 2 Απριλίου 2021
Υ.Γ.
Ένα καλοκαιρινό απόγευμα του 1997, ατενίζοντας από την πλαγιά του βουνού Ασπρόγειο, συνειδητοποίησα το μεγαλείο του Θεού, τον υπέροχο κόσμο στον οποίο ζούμε, την αγάπη μου για την Ελλάδα, την ομορφιά της Λευκάδας και τον έρωτά μου για μία κοπέλα που πολλά χρόνια αργότερα έμελε να γίνει γυναίκα μου.
Το κείμενο πρωτογράφτηκε ενάμισι χρόνο αργότερα, στα 23 μου, και η φλόγα του παραμένει άσβηστη. Εύχομαι με όλη μου την καρδιά και η δική σου. Μην την αφήσεις να σβήσει ποτέ.
Δημοσίευση Freepen.gr & Meganisinews.eu