Οι Έλληνες που απλά ζητούν όσα το Διεθνές Δίκαιο ορίζει ότι δικαιούται η πατρίδα μας λοιδορούνται ως «ουτοπιστές», από έναν κύκλο ανθρώπων που αυτοπροσδιορίζονται ως «ρεαλιστές». Συνοδευτικά επιπλήττονται με χαρακτηρισμούς τύπου μονοφαγάδων ή υπερπατριωτών ή ακραίων.
Οι «ρεαλιστές» θεωρούν ότι αν δεν διαπραγματευτούμε και δεν τα βρούμε, έστω και με δυσμενείς για την Ελλάδα όρους με την Τουρκία, δεν θα αποφύγουμε την πολεμική σύρραξη. Η φράση «μα, θέλετε πόλεμο;» κυριαρχεί ως επιχείρημα.
Τελευταία, αγκαλιάσανε την επιλογή του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης. Η Τουρκία που εδώ και 40 χρόνια αρνείται την δικαιοδοσία της Χάγης, δεν αναγνωρίζει τη Σύμβαση της Γενεύης του 1958 για το Δίκαιο της Θάλασσας, ούτε τη Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982, ξαφνικά θα αποδεχτεί την προσφυγή.
Αλλά, για να γίνει προσφυγή χρειάζεται η υπογραφή ενός συνυποσχετικού με την Τουρκία. Το μόνο συνυποσχετικό που θα δεχόταν να υπογράψει η Τουρκία είναι εκείνο που ρητά θα αναφέρει όρους που θα εξαφανίζουν την επιρροή του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας και θα ενισχύουν την επιρροή της ευθυδικίας στο μέγεθος που εκείνη γουστάρει. Όταν θα έχει φτιαχτεί εκ των προτέρων ένα πλαίσιο που θα εξασφαλίζει την ικανοποίηση των παράλογων απαιτήσεών της και μάλιστα μέσα από ένα διεθνές όργανο, με την δική μας υπογραφή.
Τα ίδια πρόσωπα ξεδιπλώνουν αυθαίρετες εκτιμήσεις για το ποσοστό της ΑΟΖ που τελικά θα καθοριζόταν από το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, οριοθετώντας σαν κατώτερο όριο το 50% και ανώτερο κάπου στο 70%. Γνωματεύουν με το δικαιολογητικό ότι το Διεθνές Δικαστήριο θα επηρεαστεί από την βούληση των μεγάλων δυνάμεων οι οποίες δεν θα θελήσουν να αφήσουν την Τουρκία παραπονεμένη, ότι ένα διεθνές δικαστήριο ικανοποιεί και τις δύο πλευρές και ότι υπάρχουν παρελθούσες παρόμοιες δικαστικές αποφάσεις οι οποίες δεν μας ευνοούν.
Υποτιμούν το γεγονός ότι μία δικαστική απόφαση αποτελεί νομικό προηγούμενο, το οποίο θα αποτελέσει πρόκριμα για μία διένεξη που θα αφορά οποιαδήποτε άλλη χώρα όπως οι ΗΠΑ, η Ρωσία, η Κίνα, η Αγγλία ή κρατών της επιρροής τους και κατά συνέπεια δεν θα ήθελαν να υπάρχει απόφαση που τυχόν θα ερχόταν σε αντίθεση με τα συμφέροντά τους. Οι δε παλαιότερες δυσμενείς αποφάσεις που επικαλούνται δεν ταυτίζονται με την περίπτωση του Αιγαίου.
Υπερτονίζουν το μέγεθος της τουρκικής ακτογραμμής, βάση της οποίας οι Τούρκοι στηρίζουν τις απαιτήσεις τους. Υποβαθμίζουν τα κατοικήσιμα νησιά του Αιγαίου, τα οποία διαθέτουν κι αυτά ακτογραμμή και το Διεθνές Δίκαιο τους αναγνωρίζει ΑΟΖ. Αγνοούν ότι η ακτογραμμή της Ελλάδας μαζί με τα νησιά που αποτελούν έδαφος της ελληνικής επικράτειας, είναι διπλάσια σε μέγεθος από αυτήν της Τουρκίας. Κάνουν γαργάρα το γεγονός ότι η Τουρκία πετσοκόβει αυθαίρετα την ΑΟΖ των νησιών μας μόλις στα 6 ναυτικά μίλια και μας απαγορεύει να επεκτείνουμε τα χωρικά μας ύδατα στα 12 ναυτικά μίλια όπως το Διεθνές Δίκαιο ορίζει, υπό την απειλή του πολέμου.
Υποστηρίζουν ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να ζητάει το 100% της ΑΟΖ στο Καστελόριζο που το Διεθνές Δίκαιο παρέχει. Αλλά, αρμόδιο για να κρίνει μία διακρατική διένεξη για το μέγεθος της επήρειας της ΑΟΖ του Καστελόριζου είναι το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, χωρίς την υπογραφή ενός ύπουλου συνυποσχετικού. Όχι ο κάθε Έλληνας ή Τούρκος πολιτικάντης. Η Τουρκία όμως δεν δέχεται την προσφυγή.
Προβάλλουν φοβικά το μέγεθος της πολεμικής δύναμης της Τουρκίας και του πληθυσμού της, καλλιεργώντας ένα κλίμα ηττοπάθειας. Ξεχνούν ότι κατά την διάρκεια της τελευταίας παράνομης εισβολής των Τούρκων στη Συρία, οι Τούρκοι απέτυχαν να ολοκληρώσουν τον στρατιωτικό τους στόχο απέναντι σε αντάρτες μαχητές οι οποίοι υστερούσαν κατά πολύ σε πλήθος και σε πολεμικά μέσα.
Προβλέπουν ότι σε περίπτωση πολέμου, εκτός από βραχονησίδες θα χάσουμε και κατοικημένα νησιά του Αιγαίου, μη έχοντας προφανώς ρωτήσει έμπειρους ανώτερους στρατιωτικούς κατά πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι στην πράξη η στρατιωτική κατάληψη ενός ελληνικού νησιού.
Ο ίδιος κύκλος ανθρώπων θεωρεί ότι τα προβλήματα με την Τουρκία θα είχαν αποφευχθεί αν οι Κύπριοι είχαν υπογράψει το σχέδιο Ανάν. Προσθέτουν ότι οι Κύπριοι όφειλαν να το υπογράψουν, καθώς η προϋπόθεση με την οποία έκανε την Κύπρο δεκτή ως μέλος η Ε.Ε. ήταν η επίλυση του Κυπριακού. Θεωρούν ότι η Κύπρος έπρεπε υποτακτικά να υπογράψει οποιαδήποτε συμφωνία προτεινόταν. Το 2008, υποστήριξαν το σχέδιο Ανάν και προέβλεψαν την διεθνή απομόνωση της Κύπρου σε περίπτωση μη αποδοχής του. Τελικά, όχι μόνο δεν απομονώθηκε η Κύπρος, αλλά κήρυξε την ΑΟΖ της και υπέγραψε συμφωνίες με πετρελαϊκούς κολοσσούς για την εκμετάλλευση κοιτασμάτων φυσικού αερίου. Ο αείμνηστος «μπαρουτοκαπνισμένος» τότε πρόεδρος Τάσος Παπαδόπουλος με το ιστορικό του διάγγελμα ξεμπρόστιασε το σχέδιο. Ο λόγος του είναι επίκαιρος όσο ποτέ άλλοτε:
«Παρέλαβα κράτος διεθνώς αναγνωρισμένο. Δεν θα παραδώσω κοινότητα χωρίς δικαίωμα λόγου διεθνώς και σε αναζήτηση κηδεμόνα. Και όλα αυτά έναντι κενών, παραπλανητικών, δήθεν, προσδοκιών. Έναντι της ανεδαφικής ψευδαίσθησης ότι η Τουρκία θα τηρήσει τις δεσμεύσεις της. Συμπατριώτισσες, συμπατριώτες… Στις 24 Απριλίου θα τοποθετηθείτε με ένα «ΝΑΙ» ή ένα «ΟΧΙ» στο Σχέδιο Ανάν. Θα αποφασίσετε για το παρόν και το μέλλον της Κύπρου. Για τη γενιά μας, αλλά και τις γενιές που θα έρθουν μετά από εμάς. Έχω εμπιστοσύνη στην κρίση σας. Είμαι βέβαιος ότι δεν σας αγγίζουν ψεύτικα διλήμματα. Ότι δεν σας τρομάζουν απειλές για δήθεν διεθνή απομόνωση. Ότι δεν σας πείθουν τα περί δήθεν τελευταίας ευκαιρίας. Είμαι βέβαιος ότι εξακολουθούν να έχουν για σας νόημα οι ηθικές αρχές και αξίες του λαού μας, του πολιτισμού και του εθνικού ιστορικού μας βίου, τον οποίο θέλετε να συνεχίσουμε με ασφάλεια, δικαιοσύνη, ελευθερία και ειρήνη. Ελληνικέ κυπριακέ λαέ… Στη ζυγαριά του «ΝΑΙ» και του «ΟΧΙ», πολύ βαρύτερες και πολύ πιο επαχθείς θα είναι οι συνέπειες του «ΝΑΙ». Σε καλώ να απορρίψεις το «Σχέδιο Ανάν». Σε καλώ να πεις στις 24 του Απρίλη ένα δυνατό «ΟΧΙ»! Σε καλώ να υπερασπιστείς το δίκαιο, την αξιοπρέπεια και την ιστορία σου.»
Το 1987 στην κρίση με το Σισμίκ, ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε αναφέρει: «Τονίζει διαρκώς η Τουρκία ότι επιζητεί διάλογο. Θα ήθελα να τονίσω ότι το μόνο νομικό θέμα που υπάρχει είναι η υφαλοκρηπίδα. Δηλαδή, η οριοθέτησή της, όχι η διανομή της. Υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ διανομής που γίνεται με βάση τους πολιτικοστρατιωτικούς συσχετισμούς δυνάμεων και της οριοθέτησης που είναι καθαρά μία νομική πράξη.»
Πλέον οι Τούρκοι δεν αντιδικούν για την οριοθέτηση, ούτε διεκδικούν την διανομή τμήματος της υφαλοκρηπίδας ή της ΑΟΖ της Ελλάδας και της Κύπρου. Με τον τσαμπουκά της απειλής του πολέμου και με σύμμαχο την «ρεαλιστική» εν Ελλάδι πολιτική της υποχωρητικότητας, θεωρούν ήδη δικά τους μεγάλα τμήματα της ελληνικής ΑΟΖ και της ελληνικής υφαλοκρηπίδας. Ταυτόχρονα, απειλούν ότι αν τολμήσουμε να τα αμφισβητήσουμε στην πράξη, θα χρησιμοποιήσουν στρατιωτικά μέσα, δηλαδή πόλεμο.
Οι εν Ελλάδι «ρεαλιστές» εξακολουθούν να υποστηρίζουν ότι ο μόνος δρόμος επίλυσης είναι του κατευνασμού της Τουρκίας μέσω της διαπραγμάτευσης, δηλαδή να της δώσουμε κάποια κομμάτια, τη στιγμή που αυτά τα κομμάτια η Τουρκία θεωρεί ότι τα έχει ήδη καπαρώσει και κάθε μήνα ζητάει περισσότερα.
Μία Τουρκία που α) έχει δημιουργήσει τρεις πολεμικές κρίσεις στο Αιγαίο, το 1976, το 1986 και το 1996, β) το 1974, συνέχισε την εισβολή στην Κύπρο εν μέσω διεξαγωγής διεθνών συνομιλιών ειρήνευσης και παρά την διεθνή καταδίκη της αρχικής στρατιωτικής εισβολής, γ) διεξάγει παράνομες γεωτρήσεις στην ΑΟΖ της Κύπρου, δ) κήρυξε παράνομα κοινή ΑΟΖ με τη Λιβύη, ε) ανακοινώνει ότι θα προχωρήσει σε γεωτρήσεις στην περιοχή του Καστελόριζου και της Κρήτης, στ) παρουσιάζει χάρτη νέων επιθυμητών συνόρων με τα μισά νησιά του Αιγαίου υπό την κατοχή της, ζ) απειλεί ότι θα διενεργήσει νέο Αττίλα στο Αιγαίο και ότι θα ξαναρίξει τους Έλληνες στη θάλασσα όπως το 1922.
Οι ρεαλιστές παραδόξως δεν έσπευσαν να διορθώσουν τον Τούρκο πρόεδρο ότι δεν μας πέταξαν στη θάλασσα, αλλά απλά υπήρξε ένας … συνωστισμός στην προκυμαία. Ταυτόχρονα, είτε κωφεύουν είτε χαρακτηρίζουν τον χάρτη αστείο, με την δικαιολογία ότι η διεθνή κοινή γνώμη τον καταδίκασε. Ξεχνάνε ότι ενώ η Τουρκία εισέβαλε παράνομα στην Κύπρο, στο Ιράκ και στη Συρία, δεν της επιβλήθηκε καμία κύρωση από οποιονδήποτε διεθνή παράγοντα. Μάλιστα οι ΗΠΑ και η Ρωσία μετά το πέρας των πολεμικών της ενεργειών συνεργάστηκαν μαζί της.
Ταυτόχρονα, η κατάσταση στη Θράκη που εδώ και δεκαετίες βρίσκεται στο στόχαστρο της Τουρκίας εκτραχύνεται, όμως οι πάσης πολιτικού κόμματος διαχρονικά «ρεαλιστές» κυβερνώντες χαριεντίζονται.
Αλλά, εάν στη θέση της Ελλάδας ήταν η Τουρκία, υπήρχε περίπτωση διαλόγου για να παραχωρήσει έστω και ένα εκατοστό από την ΑΟΖ της; Ποια θα ήταν τότε η θέση των «ρεαλιστών»; Θα υποστήριζαν όσα τώρα υποστηρίζουν, απέναντι όμως στην Τουρκία;
Είναι άξιο απορίας πώς οι «ρεαλιστές» υποβαθμίζουν την εφαρμογή του Διεθνούς Δίκαιου της Θάλασσας στην περίπτωση της χώρας μας και λησμονούν ότι ο Τούρκος πάντα ζητούσε και ζητάει παράλογα και παράνομα πράγματα, απειλεί και εκβιάζει. Ούτε απαντούν στο καίριο ερώτημα αν μετά από μία υποχωρητική για την Ελλάδα συμφωνία, ενδεχομένως η Τουρκία να επανέλθει με νέες παράνομες διεκδικήσεις και προκλητικές ενέργειες στο χώρο του Αιγαίου. Το πιθανότερο ακόμα χειρότερες, όπως το παρελθόν έχει μέχρι τώρα αποδείξει.
Ένας πρόεδρος ο οποίος έχει φυλακίσει πάνω από 200.000 «αντιφρονούντες» συμπολίτες του με πρόσχημα το πραξικόπημα που σημειώθηκε εναντίον του, το οποίο εξουδετέρωσε με παράδοξη σχετική ευκολία, κατακλύζει την Ελλάδα με παράνομους μουσουλμανικού θρησκεύματος και πάσης εθνικότητος μετανάστες που κατέχουν έξυπνο κινητό. Το ενδεχόμενο μεγάλο μέρος τους να ελέγχεται από το καθεστώτος Ερντογάν, με σκοπό να χρησιμοποιηθούν όταν και όπως εκείνος το κρίνει σκόπιμο, ποιος μπορεί να το αποκλείσει;
Η πολιτική ηγεσία της Ελλάδας μιλά για διεθνή απομονωτισμό της Τουρκίας, τη στιγμή που όλες οι χώρες συνεχίζουν να συνεργάζονται μαζί της. Η διαπίστωση ότι σε τυχόν πολεμικό επεισόδιο με την Τουρκία θα είμαστε μόνοι μας, φαντάζει ως μία τρομερή είδηση, ενώ ανέκαθεν η Ελλάδα υπερασπιζόταν μόνη της το έδαφός της. Μάλιστα, ορισμένες φορές ενέργησε και απέναντι στη θέληση (1821 και Α’ Βαλκανικός πόλεμος) ή τις δυνατότητες (1940-1941) των μεγάλων δυνάμεων.
Άραγε θα ήταν ακραίο να αποχωρούσε ο πρωθυπουργός μας από τη συνάντηση με τον Τούρκο πρόεδρο και να τον άφηνε σύξυλο, όταν εκείνος προέβαλε τις παράνομες και εκβιαστικές διεκδικήσεις έναντι της πατρίδας μας;
Δυστυχώς, η παρούσα πολιτική ηγεσία όλων των γνωστών κομμάτων δείχνει ανίκανη να διακόψει τις αυξανόμενες ορέξεις του Ερντογάν έναντι της Ελλάδας. Δεν θα αποτελέσει έκπληξη η παρουσίαση ως λύσης έκτακτης ανάγκης ο σχηματισμός μίας κυβέρνησης με τη συνεργασία της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ, ίσως και του ΠΑΣΟΚ, ώστε να πειστούν οι Έλληνες ότι το ζήτημα αντιμετωπίζεται με σύμπνοια από την πλειοψηφία του πολιτικού κόσμου. Μία πλειοψηφία που είναι ξεκάθαρο ότι διαθέτει ως κοινό στοιχείο την «ρεαλιστική» άποψη του διπλωματικού κατευνασμού και της ψύχραιμης υποχωρητικότητας που εξέθρεψε και εκτρέφει την αδηφάγα Τούρκικη πολιτική ηγεσία. Μία πλειοψηφία όμοια με εκείνη που άμεσα ή έμμεσα υποστήριξε το σχέδιο Ανάν και την συμφωνία των Πρεσπών. Που λέει ναι σε όσα επιτάσσουν η Ε.Ε. και οι ΗΠΑ χωρίς καμία αναστολή. Μία πολιτική πλειοψηφία που οι απόψεις της σε καίρια θέματα δεν συμβαδίζουν με εκείνες της πλειονότητας των Ελλήνων.
Η Ελλάδα είναι πιθανό να βρεθεί σύντομα αντιμέτωπη με την έμπρακτη προάσπιση εθνικών κυριαρχικών της δικαιωμάτων. Όλα δείχνουν ότι ο Ερντογάν δεν θα διστάσει να κάνει πράξη την «υπόσχεσή» του να στείλει ερευνητικό σκάφος και κατόπιν γεωτρύπανο στις περιοχές του Καστελόριζου και νοτιοδυτικά της Κρήτης. Οι «ρεαλιστές» προτάσσουν να εξαντλήσουμε όλα τα διπλωματικά μέσα, να βουτήξουμε πρώτα τη γλώσσα στον εγκέφαλό μας και μετά να εκθέσουμε άποψη, να ισχυροποιήσουμε απροσδιόριστα τις στρατιωτικές μας δυνάμεις ώστε να καταστούν ένα αόριστο διπλωματικό αποτρεπτικό μέσο, να ζητήσουμε βοήθεια από τους Ευρωπαίους, να διαπραγματευτούμε.
Στην Τουρκία ουδείς πολιτικός δεν έχει εκφράσει ενδοιασμό απέναντι στις διεκδικήσεις του Ερντογάν. Κανένα πολιτικό κόμμα δεν έχει εκφράσει την άποψη ότι ζητάμε πολλά από την Ελλάδα και θα πρέπει να διαπραγματευτούμε. Όλοι τηρούν μία ενιαία εθνική γραμμή.
Στην χώρα μας, ως υπεύθυνη εθνική στάση θεωρείται ο «ρεαλιστικός» διάλογος για το πόσα κυριαρχικά δικαιώματα θα παραχωρήσουμε στους Τούρκους, ώστε να κατορθώσουμε να εξαγοράσουμε την ησυχία μας, ενώ απέναντί μας έχουμε έναν Ερντογάν και μία τουρκική πολιτική ηγεσία που είναι αχόρταγοι. Η ίδια «ρεαλιστική» πλειοδοσία υπήρξε και στο Μακεδονικό.
Ποιος μπορεί να αποκλείσει ότι η επόμενη απαίτηση υπό την απειλή πολέμου δεν θα είναι η εκπλήρωση του τουρκικού οράματος της γαλάζιας πατρίδας των νησιών του Αιγαίου, τη στιγμή που οι Τούρκοι το έχουν ήδη δηλώσει ξεκάθαρα; Οι «ρεαλιστές» το χαρακτηρίζουν ως ακραίο σενάριο και ότι η Ε.Ε. θα αποτρέψει τέτοιου είδους εξελίξεις. Ίσως να στηρίζουν την αισιοδοξία τους στην μέχρι σήμερα έμπρακτα σθεναρή υποστήριξη της Ε.Ε. και την συμμαχική στρατιωτική σιγουριά που εμπνέουν οι Ευρωπαίοι στην Ελλάδα και στους Έλληνες. Ας ελπίσουμε ότι σε μία τέτοια περίπτωση οι υπεύθυνοι «ρεαλιστές» δεν θα «αναγκαστούν» να προτάξουν την διαπραγμάτευση της Χίου, της Σάμου, της Μυτιλήνης, των Δωδεκανήσων. Την «πώληση» ελληνικού εδάφους και Ελλήνων, ώστε να «σωθεί» η υπόλοιπη Ελλάδα και οι λοιποί Έλληνες. Γιατί η βουλιμία του δικτατορικού τύπου ηγέτη που θεωρεί τον εαυτό του σουλτάνο και ονειρεύεται την ανασύσταση της οθωμανικής αυτοκρατορίας ενδέχεται να μην σταματήσει στα νησιά…
Η Ελλάδα οδεύει ολομόναχη σε μία μάχη όχι απλά προάσπισης κυριαρχικών δικαιωμάτων, αλλά σε έναν αγώνα διατήρησης της εδαφικής της ακεραιότητας και της ελευθερίας Ελλήνων πολιτών. Η έντεχνα πλασαρισμένη ως «ρεαλιστική» άποψη προοδευτικών αριστερών, προοδευτικών κεντρώων και προοδευτικών δεξιών φαίνεται πως είναι όχι μόνο ουτοπική, αλλά και επικίνδυνη για τον Ελληνισμό. Αλλά, σε όλες τις δύσκολες στιγμές η καρδιά του Έλληνα δεν σταμάτησε ποτέ να κτυπά δυνατά.
Μαργέλης Κωνσταντίνος
Λευκάδα, 20 Δεκεμβρίου 2019
Δημοσίευση Freepen.gr