Ο Γεώργιος Τερτσέτης και ο Αναστάσιος Πολυζωίδης οδηγήθηκαν σε δίκη για το «αδίκημα» της άρνησης να υπογράψουν ως δικαστές την θανατική καταδίκη του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και του Δημητρίου Πλαπούτα. Για εκείνη την απόφασή τους είχαν καταθέσει αναλυτικό και τεκμηριωμένο νομικά υπόμνημα.
Οι απολογίες των δύο δικαστών κατά την διάρκεια της δίκης τους, η οποία έλαβε χώρα υπό τις μεθοδεύσεις του επιτρόπου Εδουάρδου Μέισον την περίοδο της Αντιβασιλείας του Όθωνα, ήταν συγκλονιστικές. Το δε περιεχόμενό τους παραμένει πάντοτε επίκαιρο.
Τμήματα της απολογίας του Γεωργίου Τερτσέτη:
«Της Αντιβασιλείας το παράδειγμα ως πρόσφατον ας χρησιμεύση ως οδηγός. Αυτή ελθούσα εις την Ελλάδα, με την συνένεσιν μάλιστα των μεγαλυτέρων δυνάμεων της γης, αντί να φροντίση περί της ευδαιμονίας του, συμμορφουμένη και συγχωνευμένη εις το στοιχείον αυτού. Εφρόντισ’ εκ τουναντίου μ’ όλας της τας δυνάμεις περί της αυτού καταστροφής, ζητούσα το αδύνατον να χωνεύση αυτό εις το στοιχείον του ξενισμού.»
«Ευεργετήσατε όταν και όσον δύνασθε τους αλλοεθνείς, αλλά προσέχετ’ επίσης, μάλιστα την πολιτικήν αυτών προς ημάς. Ως τον όφιν, ο οποίος θέλει να σας εκβάλλη έξω του Παραδείσου δια να σας βλέπει πεινώντας, δειψώντας και γυμνούς. Και ουδ’ ούτω να χορτάση η κακία αυτού.»
«Επικατάρατος έστω μεταξύ ημών, όστις δεν εμμένει εντός του Ελληνικού Εθνισμού, δι’ οποιανδήποτε απολαβήν υπό του στοιχείου του ξενικού. Αλλ’ ένεκεν τούτου, θέλουν ετοιμάση ήδη διά καθ’ ένα από ημάς, μη οπαδόν της τυφλότητός των, τον σταυρόν, ημείς τους λέγομεν ότι ετοίμως θέλομεν τον δεχθή, «ότι εάν μη ο κόκκος του σίτου πεσών εις την γην αποθάνη, αυτός μόνος μένει, εάν δε αποθάνη πολύν καρπόν φέρει», μη φοβηθήτε λοιπόν από των αποκτεινόντων, δι’ υστερήσεων και καταθλίψεων, το σώμα, αλλά την ψυχήν, το πνεύμα της ενότητος του εθνισμού σας, την αξία της αρετής σας ου δυνηθησομένων. Ως το μεν προσωρινόν, η δ’ αιώνιος και διαρκής. Ούτω δ’ ουδείς θέλει τολμήσει να μας καταφρονή, εμμένετε εις το δόγμα των Πατέρων σας και των Εθνισμόν σας πιστοί.»
«Το Ελληνικόν Έθνος δια να αποφύγει το άτιμον της δουλείας και να απολαύσει τον έπαινον των ελευθέρων ανδρών, εμβήκε εις τον πολύδακρυν αγώνα. Ιδιοτελείς λοιπόν είσασθε όσοι εξενυχτήσατε εις το τουφέκι, τρώγοντας τους πάγους της αυγής και τα κρυώματα της νυκτός. Ιδιοτελής ήτον ο Καρπενησιώτης, που έβαλε το κεφάλι του εις τα μολύβια. Ιδιοτελείς είσθε, ω Έλληνες, που εγεμίσατε τα χαρέμια τα τουρκικά από τα αγόρια σας και από τες θυγατέρες σας. Ιδιοτελείς ήτον οι νιόνυφες νέες που επαρακινούσαν τους νυμφίους των να πολεμούν λιονταρίσια κι όπου τώρα μαυροφορεμένες ζητούν ελεημοσύνη στα σταυροδρόμια. Ιδιοτελείς ήτον έξη χιλιάδες Ελλήνων, που εξαπλώθηκαν μονομιάς εις μίαν νύκτα απέξω από τα τείχη του Μισολογγιού. Ελαφρά βροχή ράντιζε την γην εις το έβγα τους και πολλοί εφώναξαν: μας κλαίει ο Μεγαλοδύναμος απόψε! … Ο Κύριος, Επίτροπε, εδάκρυζε δια τους ιδιοτελείς! Αλλά φωτίζει η ημέρα και αιμοσταγείς σωροί κείτονταν οι πολεμικοί νέοι, οι ανδροφορεμένες γυναίκες και τα βρέφη στες αγκαλιές των μανάδων. Βλέπω φωτιές, βλέπω σούβλες να γυρίζουν. Δεν είναι κριάρια που ψήνονται. Είναι οι αιχμάλωτοι ζωντανοί. Είναι τα ηρωικοαναθρεμένα τέκνα της Ρούμελης και οι αδελφές τους γυρίζουν τες σούβλες, η αδελφή σου, ω Δικαστά Βάλβη.»
Κάποια δε στιγμή της δίκης αγανακτισμένος ο Τερτσέτης φώναξε στον Μέισον από το εδώλιο του κατηγορουμένου: «Ποιος είσαι εσύ, Επίτροπε ποιος είσαι εσύ που με το πρόσχημα της παιδείας έλαβες από την βασιλεία επάγγελμα τόσον επικίνδυνον δια την τιμήν και την ζωήν των υπηκόων; Ποιος είσαι εσύ που παίζεις με ημάς εις την γην της γεννήσεως μας;»
Από την απολογία του Αναστάσιου Πολυζωίδη:
«Όταν κανείς ενδιαφέρεται για την τύχην ενός έθνους ή ενός ανθρώπου, πρέπει να τους μιλάει την γλώσσαν της λογικής και της αλήθειας. Θα ’θελα αν είναι δυνατόν να τ’ ακούσει ολόκληρη η Ελλάς. Τυχοδιώκτες κάθε χώρας έσπευσαν να την υπερασπιστούνε, πολύ λίγοι ενδιαφέρονται γι’ αυτήν από ζήλον αφιλοκερδή. Να ποιες νομίζω πως είναι οι απώτερες σκέψεις τους: “Η Ελλάδα μαστίζεται από διχόνοιες. Εκεί θα μπορέσουμε να αποκτήσουμε πλούτη κι εξουσία ίσως, ποιος ξέρει”, λένε οι πιο επίσημοι, “αν δεν καταφέρουμε να καθίσουμε πάνω στον θρόνο του Άργους ή των Μυκηνών. Οι Έλληνες είναι αμαθείς και αγροίκοι. Ήτανε σκλάβοι των Τούρκων. Τώρα η σειρά μας να κυριαρχήσουμε πάνω τους και μ’ αυτό θα τους κάνουμε μεγάλη τιμή”.
Αν εμείς οι Έλληνες είμαστε σώφρονες, δεν πρέπει να αφεθούμε να μας θαμπώσουνε οι ψεύτικες και συμφεροντολόγες εκδηλώσεις τους. Πρέπει να κάνουμε χρήση των υπηρεσιών τους, να τους αμείψουμε γενναία. Να μη τους δώσουμε, όμως, παρά μια δευτερεύουσα εξουσία, όπου δεν θα μπορούν να κάνουν κατάχρηση. Να θυμόμαστε πάντα πως αυτοί που φωνασκούν περισσότερο για χάρη της ελευθερίας είναι άπληστοι για κυριαρχία και σκοταδισμό.
Πιστεύω πως ο Καποδίστριας ήρθε απ’ έξω με την υπερηφάνεια του παντογνώστη κι ανέλαβε την εξουσία. Ανέλαβε να φτιάξει ένα σπίτι, χωρίς να ξέρει τις ανάγκες αυτών που το κατοικούσαν. Μας είπε «έτσι ζουν στην Ευρώπη, έτσι πρέπει να ζήσετε κι εσείς». Ήταν επόμενο να χαθεί ο Καποδίστριας. Ο τόπος αυτός ήταν σκληρός. Το αίμα έχει κάνει το χώμα πέτρα. Το κλίμα είναι ύπουλο, βαρύ. Είτε από ελονοσία, όπως ο λόρδος Μπάιρον, είτε από πιστόλι και μαχαίρι θα πεθαίνουν οι ξένοι. Η Ελλάδα αργά ή γρήγορα ξερνάει τα ξένα σώματα που πάνε ν’ ακουμπήσουν επάνω της κι ας έχουν τις καλύτερες προθέσεις.
Η έννοια του δικαίου είναι σχετική. Το δίκαιο για να είναι δυνατό έχει ανάγκη από εθνισμό. Ποιος είναι ο εθνισμός σου, Επίτροπε; Είσαι Εγγλέζος κι επειδή είσαι αλλοεθνής, δεν μπορείς να είσαι δίκαιος. Δεν μπορείς να δικάσεις Έλληνες. Ξέρεις να λες Ελλάδα στα ελληνικά, μα τίποτα δεν νιώθεις από ό, τι σπουδαίο, μεγάλο κι αιώνιο κρύβει τούτη η λέξη στα σπλάχνα της.
Κατέλαβες την θέσιν του εισαγγελέως σε ελληνικόν δικαστήριον, αλλά δεν έχεις θέση στην ελληνική δικαιοσύνη, Επίτροπε. Θέλεις να δικάσεις τους Έλληνες με τον πατριωτισμόν του Εγγλέζου. Αυτό δεν γίνεται. Ο εθνισμός μας, ω Επίτροπε, είναι θεμελιωμένος εις τα αίματα 800.000 Ελλήνων που θυσιάστηκαν εις τον Αγώνα.
Είστε υποκριταί, γιατί λέτε ότι αγαπάτε την Ελλάδα, αλλά ζητάτε να αποκεφαλίσετε τους Έλληνες. Και τι Ελλάδα θα απομείνει χωρίς τους Έλληνες; Μήπως θέλετε να σφάξετε εμάς, για να κατοικηθεί από σας, ω Φιλέλληνες; Ζητήσαμε την βοήθειάν σας. Ζητήσαμε τον πολιτισμό σας κι εσείς μας φέρατε κρεμάλες και ξιφολόγχες. Φως ζητήσαμε, σκοτάδι μας φέρατε. Κατηγορείς τον Κολοκοτρώνη, γιατί ελευθέρωσε την Ελλάδα. Επιβουλεύεσαι τον Κολοκοτρώνη, που επικεφαλής ενός έθνους σας υποχρέωσε να του παραχωρήσετε την ελευθερία του, γιατί εσύ και οι προϊστάμενοί σου δεν θέλατε να ελευθερωθούμε. Και αφού δεν μπορείτε να αφανίσετε όλους τους Έλληνες και καλυπτόμενοι απ’ την ανάγκη που σας έχουμε, δολοφονείτε τους πρώτους αυτού του τόπου, γιατί έχετε μίσος εναντίον του γένους μας, που πάντα μέσα σε ολόκληρη την Ιστορία του στάθηκε απέναντι στους τυράννους και την τυραννία. Γιατί, όντας τούτος ο τόπος πέρασμα γι’ άλλες θάλασσες, για μεγάλα κέρδη και συμφέροντα, έχει το κακό ιδίωμα να κατοικείται από έναν δύσκολο, ατίθασο και υπερήφανο λαό».
Υ.Γ. Εθνισμός: Η άποψη που ενθαρρύνει την έκφραση και την καλλιέργεια της εθνικής συνείδησης και παράλληλα αναγνωρίζει και σέβεται τις εθνικές διαφορές. Η απόλυτη πίστη και αφοσίωση κάποιου στα εθνικά ιδεώδη του έθνους στο οποίο ανήκει, χωρίς καμία διάθεση περιφρόνησης ή υποτίμησης των ιδεωδών άλλου έθνους.
Πηγή: Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής – Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης – Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών (Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη)
Μαργέλης Κωνσταντίνος
Λευκάδα, 29 Νοεμβρίου 2019
Δημοσίευση Freepen.gr