Το πετρέλαιο θεωρείται το πιο σημαντικό προϊόν της σύγχρονης εποχής. Όμως, υπάρχει ένα ακόμα προϊόν που επηρεάζει τις τύχες του κόσμου. Η σόγια. Είναι το σπουδαιότερο είδος ζωοτροφής μαζί με το καλαμπόκι, γιατί έχει την υψηλότερη περιεκτικότητα φυτικής πρωτεΐνης, χαμηλή περιεκτικότητα κορεσμένων λιπαρών και μέτρια περιεκτικότητα μονοακόρεστων λιπαρών. Δίχως τη σόγια η παραγόμενη ποσότητα κρέατος, ειδικά από πουλερικά και χοιρινό, θα μειωνόταν σημαντικά και θα προέκυπτε ζήτημα επάρκειας σίτισης διεθνώς. Ακόμα και για τους χορτοφάγους, αποτελεί σημαντικό μέρος της διατροφής τους.
Οι κυριότερες χώρες παραγωγής σόγιας είναι οι ΗΠΑ, η Βραζιλία και η Αργεντινή. Η χώρα που εισάγει τις μεγαλύτερες ποσότητες είναι η Κίνα. Την τελευταία δεκαετία που ο πληθυσμός της Κίνας αυξάνεται συνεχώς, αλλά ταυτόχρονα μετακινείται προς τα αστικά κέντρα, οι ανάγκες σόγιας για την παραγωγή όλο και περισσότερης ποσότητας κρέατος από χοιρινά και κοτόπουλα για την σίτιση των Κινέζων αυξάνονταν κάθε χρόνο.
Αλλά, πέρυσι και φέτος η εγχώρια κινέζικη παραγωγή χοιρινών και πουλερικών ελαττώθηκε δραστικά εξαιτίας της έξαρσης ιών. Ως επακόλουθο οι εισαγωγές σόγιας το 2018 μειώθηκαν κατά 8% στους 88 εκατ. τόνους, ενώ φέτος αναμένεται να πέσουν περίπου στους 85 εκατ. τόνους. Παρά όμως την πτώση, το μέγεθος εξάρτησης της Κίνας από εισαγωγές σόγιας παραμένει σχεδόν ανέπαφο.
Παράλληλα, η φετινή μειωμένη εγχώρια παραγωγή κινέζικων χοιρινών και πουλερικών κατά 40% και κατά 25% αντίστοιχα λόγω των ιών, αύξησε την εξάρτηση της Κίνας για εισαγωγές κρέατος. Σύμφωνα με εκτιμήσεις το ζήτημα των ιών αναμένεται να συνεχίσει να υφίσταται, αν και μειούμενο, τα επόμενα δύο με τρία χρόνια. Η Κίνα που ήταν ήδη ελλειμματική σε αυτά τα προϊόντα κρέατος, προσπαθεί αναγκαστικά να καλύψει τις συνεχώς αυξανόμενες διατροφικές ανάγκες του πληθυσμού της χώρας με περισσότερες εισαγωγές. Οι σημαντικότερες χώρες παραγωγής σε κρέας από χοιρινό και πουλερικά είναι πάλι οι ΗΠΑ και η Βραζιλία.
Ο φετινός εμπορικός πόλεμος μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, έστρεψε την Κίνα στην κάλυψη του μεγαλύτερου μέρους των αναγκών της σε κρέας και σόγια από τη Βραζιλία. Οι εξαγωγές της Βραζιλίας προς την Κίνα σε αυτά τα είδη προϊόντων εκτιμάται ότι αυξήθηκαν πάνω από 50% το 2019, με συνέπεια το μεγαλύτερο μέρος της βραζιλιάνικης παραγωγής να αγοραστεί από την Κίνα.
Αντίθετα, οι αντίστοιχες εξαγωγές των ΗΠΑ προς την Κίνα βυθίστηκαν. Οι ΗΠΑ κάλυψαν μεγάλο μέρος του χαμένου εδάφους πουλώντας τα προϊόντα τους σε άλλες χώρες και κυρίως στην Ευρώπη. Μέχρι να ομαλοποιηθούν οι εξαγωγές τους η αμερικανική κυβέρνηση στήριξε οικονομικά τους Αμερικανούς αγρότες και τους κτηνοτρόφους.
Όμως τους τελευταίους δύο μήνες οι διαθέσιμες ποσότητες σόγιας καθώς και κρέατος από χοιρινό και κοτόπουλο από τη Βραζιλία βαίνουν μειούμενες. Οι εκτιμήσεις φανερώνουν ότι η κατάσταση για το επόμενο δίμηνο δεν αναμένεται να αντιστραφεί. Ούτε στην Αργεντινή υπάρχουν αυτή την περίοδο επαρκή αποθέματα σόγιας για εξαγωγή. Άλλωστε η πλειοψηφία της αργεντίνικης παραγόμενης σόγιας μετατρέπεται σε σογιέλαιο, το οποίο κατόπιν εξάγεται σε μεγάλες ποσότητες. Αντίθετα στις ΗΠΑ εξακολουθούν να υφίστανται αποθέματα σόγιας και κρέατος προς εξαγωγή.
Πιθανόν εξαιτίας της δύσκολης θέσης στην οποία τείνει να επέλθει η Κίνα, με την πρόσφατη εμπορική συμφωνία δεσμεύτηκε να αγοράσει περισσότερες ποσότητες αμερικανικών αγροτικών και κτηνοτροφικών προϊόντων αξίας περίπου 40 δις δολαρίων ετησίως, ενώ πριν την έξαρση την εμπορική κρίσης το ποσό έφτανε στα 25 δις δολάρια περίπου. Επιπλέον, η Κίνα δεσμεύτηκε να αγοράσει και περισσότερες ποσότητες φυσικού αερίου από τις ΗΠΑ.
Μέχρι πέρυσι, πριν την κορύφωση του εμπορικού πολέμου, οι κινέζικες εισαγωγές αμερικανικού φυσικού αερίου όδευαν συνεχώς υψηλότερα. Φέτος, λόγω της εμπορικής διαμάχης κατέρρευσαν και η Κίνα κάλυψε τις αυξημένες ανάγκες της από άλλες πηγές όπως η Αυστραλία, η Ρωσία και το Κατάρ.
Αν και το 2019 η Κίνα έριξε τον ρυθμό αύξησης των εισαγωγών φυσικού αερίου δίνοντας περισσότερο βάρος στην παραγωγή ενέργειας από άνθρακα και Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, οι ραγδαία αυξανόμενες ενεργειακές ανάγκες της χώρας δεν θα μπορούν να καλυφθούν τα προσεχή χρόνια αν δεν αυξηθεί ακόμα περισσότερο η παραγωγή ενέργειας από φυσικό αέριο. Κάτι που σημαίνει ότι για να το πετύχουν θα χρειαστεί να εισάγουν φυσικό αέριο και από τις ΗΠΑ.
Η παραγωγή αμερικανικού φυσικού αερίου βαίνει διαρκώς αυξανόμενη και πλέον αποτελεί μία από τις σημαντικότερες χώρες εξαγωγής φυσικού αερίου παγκοσμίως, μαζί με το Κατάρ, την Αυστραλία, την Μαλαισία και τη Ρωσία. Το Ιράν διαθέτει και αυτό φυσικό αέριο, αλλά οι αμερικάνικές εμπορικές κυρώσεις έχουν δημιουργήσει εμπόδια στην προμήθεια ιρανικού φυσικού αερίου σε αρκετές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας.
Οι ΗΠΑ με διπλωματικούς και με νομικούς χειρισμούς πέτυχαν τον περιορισμό των διαθέσιμων πηγών προμήθειας πετρελαίου για την Κίνα. Η Κίνα αγόραζε σημαντικές ποσότητες πετρελαίου από το Ιράν. Οι εμπορικές κυρώσεις των ΗΠΑ στο Ιράν αρχικά δεν ανέτρεψαν τις κινεζικές εισαγωγές, ωσότου φέτος τον Οκτώβριο η κυβέρνηση των ΗΠΑ ακινητοποίησε με νομικά μέτρα πλοία που ανήκαν ή ήταν ναυλωμένα-νοικιασμένα σε κινέζικες ναυτιλιακές εταιρείες, καθώς είχαν μεταφέρει ή μετέφεραν ιρανικής προέλευσης πετρέλαιο, αγνοώντας τις αμερικανικές εμπορικές κυρώσεις. Αμέσως δημιουργήθηκε ανησυχία για τυχόν διαταραχή στην ομαλή μεταφορά των απαραίτητων ποσοτήτων πετρελαίου στην Κίνα, καθώς τα πλοία με το προοριζόμενο για την Κίνα πετρέλαιο ακινητοποιήθηκαν, και παράλληλα περιορίστηκε διεθνώς η διαθεσιμότητα δεξαμενοπλοίων, με συνέπεια οι ναύλοι να εκτοξευτούν στα ύψη. Κατόπιν διαβουλεύσεων τα υπό κινεζικού ελέγχου πλοία σταδιακά απελευθερώθηκαν και συνέχισαν την εκτέλεση του ταξιδιού τους. Το ιρανικής προέλευσης όμως πετρέλαιο έλαβε τέλος για την Κίνα και οι εμπορικές διαπραγματεύσεις ΗΠΑ και Κίνας εντάθηκαν.
Μία άλλη πηγή αγοράς πετρελαίου για την Κίνα αποτελούσε η Βενεζουέλα. Φέτος, κατόπιν των πολιτικών αναταραχών η παραγωγή πετρελαίου της χώρας μειώθηκε σημαντικά, ενώ οι ΗΠΑ επέβαλαν αντίστοιχες με εκείνες στο Ιράν εμπορικές κυρώσεις. Ουσιαστικά αν κάποια χώρα αγοράζει πετρέλαιο από την Βενεζουέλα κινδυνεύει με κυρώσεις από τις ΗΠΑ. Κατά συνέπεια και οι εισαγωγές πετρελαίου της Κίνας από την Βενεζουέλα μειώθηκαν σημαντικά.
Παράλληλα, ο Οργανισμός Εξαγωγών Πετρελαιοπαραγωγών Κρατών (ΟΠΕΚ) και η Ρωσία που αποτελούν τους κυριότερους προμηθευτές πετρελαίου της Κίνας, έλαβαν κοινή απόφαση τον Ιούνιο και τον Νοέμβριο για μείωση της παραγωγής τους κατά 1,2 εκατ. και 0,5 εκατ. βαρέλια ημερησίως αντίστοιχα, ώστε να αντιμετωπίσουν μία ανεπιθύμητη πτώση της τιμής του, εξαιτίας της ανόδου της προσφερόμενης ποσότητας από χώρες μη μέλη του ΟΠΕΚ, δηλαδή κυρίως από τις ΗΠΑ. Τον Δεκέμβριου του 2018 είχε προηγηθεί κι άλλη απόφαση μείωσης για ακόμα 1,2 εκατ. βαρέλια πετρελαίου ημερησίως. Η συνεχής αύξηση παραγωγής από τις ΗΠΑ κατά τα τελευταία έτη έχει αναγκάσει τις χώρες του ΟΠΕΚ και τη Ρωσία σε μείωση της δικής τους παραγωγής, καθώς το αμερικανικό πετρέλαιο είναι τιμολογιακά πιο ανταγωνιστικό και λιγότερο πηκτό κάτι που ευνοεί το κόστος διύλισης ειδικά για την παραγωγή βενζίνης.
Οι ΗΠΑ είναι πλέον η χώρα με την μεγαλύτερη παραγωγή πετρελαίου στον κόσμο. Φέτος προβλέπεται να παράγουν περίπου 11 εκατ. βαρέλια πετρελαίου την ημέρα, έναντι 10.5 εκατ. της Σαουδικής Αραβίας και 10,3 της Ρωσίας. Η άνοδος της παραγωγής στις ΗΠΑ αναμένεται να συνεχιστεί τουλάχιστον για την προσεχή τετραετία. Οι δε αμερικανικές εξαγωγές πετρελαίου τα τελευταία χρόνια αυξάνονται συνεχώς και σύμφωνα με τις μέχρι τώρα εκτιμήσεις, το 2024 οι ΗΠΑ αναμένεται να ξεπεράσουν σε εξαγωγές την Ρωσία και να πλησιάσουν την Σαουδική Αραβία!
Βέβαια, το μέγεθος της αμερικανικής παραγωγής δεν καλύπτει τις εγχώριες ανάγκες των ΗΠΑ που ανέρχονται σε περίπου 20,5 εκατ. βαρέλια την ημέρα. Έχουν όμως, εξασφαλίσει την κάλυψή τους εισάγοντας από «φιλικά» προσκείμενες χώρες όπως ο Καναδάς, η Σαουδική Αραβία, το Μεξικό, το Ιράκ, η Νιγηρία, η Κολομβία και το Κουβέιτ.
Από την άλλη πλευρά, από φέτος η Κίνα αποτελεί τον μεγαλύτερο εισαγωγέα πετρελαίου στον κόσμο. Οι ετήσιες εισαγωγές της την τελευταία δεκαετία αυξάνονται με ρυθμούς της τάξεως του 5% με 10%. Το τρέχον έτος, οι ημερήσιες εισαγωγές πετρελαίου αναμένεται να αυξηθούν κοντά στο 10% και να φτάσουν στα 10 εκατ. βαρέλια περίπου. Η τάση αναμένεται να συνεχιστεί και τα επόμενα έτη, δημιουργώντας ασφυκτικές πιέσεις για την εξασφάλιση των απαραίτητων για την χώρα ποσοτήτων, καθώς η ετήσια ανάγκη επιπλέον εισαγωγών εκτιμάται σε 1 εκατ. βαρέλια πετρελαίου περίπου.
Την τελευταία διετία σχεδόν η πλειοψηφία της αύξησης της προσφοράς πετρελαίου διεθνώς, προέρχεται από την αμερικανική παραγωγή, κάτι το οποίο προβλέπεται να συνεχιστεί τα προσεχή έτη. Επομένως, φαίνεται πως η Κίνα πολύ δύσκολα θα καλύψει τις ετήσιες αυξητικές αναγκαίες ποσότητες πετρελαίου εάν δεν αγοράσει και από τις ΗΠΑ.
Μέχρι το περασμένο έτος, πριν την κορύφωση του εμπορικού πολέμου, οι κινεζικές εισαγωγές αμερικανικού πετρελαίου βάδιζαν ανοδικά. Για κάποιους μήνες του 2018 ξεπέρασαν το 1 εκατ. βαρέλια την ημέρα. Μετά την όξυνση της εμπορικής διένεξης βυθίστηκαν. Κατόπιν όμως της εμπορικής συμφωνίας έχουν ξεκινήσει να αυξάνονται.
Κατά συνέπεια, οι ενδείξεις φανερώνουν ότι η χρονική περίοδος που προέκυψε η εμπορική συμφωνία μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας δεν είναι τυχαία, καθώς συμπίπτει με ένα επαπειλούμενο έλλειμμα κάλυψης των διατροφικών και των ενεργειακών αναγκών των Κινέζων.
Στην μάλλον θετική για τις ΗΠΑ εξέλιξη της εμπορικής διαμάχης με την Κίνα είναι πιθανό να έπαιξε καθοριστικό ρόλο το γεγονός ότι ο χαρακτηριζόμενος ως ακραίος από το μιντιακό σύστημα πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τράμπ ήταν και είναι ένας επιτυχημένος επιχειρηματίας.
Έτσι, αν και εκ πρώτης όψεως το δυνατό εμπορικό μέρος φαινόταν πως ήταν η Κίνα καθώς τα τελευταία έτη διατηρεί ένα εμπορικό πλεόνασμα με τις ΗΠΑ ύψους περίπου 300 δις δολαρίων, γίνεται φανερό ότι το είδος και η σημαντικότητα των εμπορευόμενων προϊόντων είναι τελικά τα στοιχεία που επηρεάζουν το αποτέλεσμα μίας εμπορικής διαπραγμάτευσης και όχι η καθεαυτή ποσότητα των προϊόντων.
Η διατήρηση της ομαλότητας σε οποιαδήποτε χώρα εξαρτάται από την κάλυψη των αναγκών σίτισης και την επαρκή διαθεσιμότητα ενεργειακών πόρων και όχι από δευτερεύουσας σημασίας καταναλωτικά ηλεκτρονικά προϊόντα. Άλλωστε και ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης είχε διαπιστώσει ότι «άνευ τσοπαναραίων επανάστασις δεν στεκόταν»!
Μαργέλης Κωνσταντίνος
Λευκάδα, 27 Δεκεμβρίου 2019
Δημοσίευση Freepen.gr